Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2009

ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β΄ - Προβλήματα ανάγνωσης της μυκηναϊκής γραφής.







Θεόδωρος Ι. Μακρίδης

th.makridis @ gmail.com.

Δημοσίευση: "Ιστορικά Θέματα"

Τεύχος 85 - Ιούνιος 2009.




Τα προβλήματα της ανάγνωσης των μυκηναϊκών κειμένων είναι άπειρα, κι δρόμος του ερευνητή διάσπαρτος από παγίδες. Η φτώχια των πηγών, η κακή κατάσταση των πινακίδων, και η «ακαμψία» της συλλαβικής γραφής, οδηγούν πολλές φορές σε λάθος προσεγγίσεις, με αποτέλεσμα την εξαγωγή εσφαλμένων συμπερασμάτων. Ωστόσο η αποκρυπτογράφησή της έφερε μιαν επανάσταση, κι είχε δίκιο ο ποιητής όταν έγραφε:


«Α! η γραφή... που όταν τη διάβασαν

οι πρώτοι, ο Βέντρις με τον Τσάντουϊκ

ξεχύθηκε καμπανολάλημα

τριαντατριών αιώνων»


Π. Α. Σινόπουλος.

"Κατεβασιές των Ελλήνων".


Λίγο – πολύ, όσοι από εμάς διαβαίνουμε τα δεύτερα «ήντα», θυμούμαστε από τα γυμνασιακά μας χρόνια που μας διδάσκανε ότι η ιστορία των Ελλήνων άρχιζε περίπου από τον 7ο π.Χ. αιώνα, με τα πρώτα τεκμήρια γραφής. Οι προηγούμενοι αιώνες ήταν χαμένοι, μέσα στην ομίχλη της προϊστορίας. Μας μιλούσαν για Αχαιούς, Δαναούς, ήρωες και παραδόσεις, γενικόλογα και αόριστα. Κάπου – κάπου ανέφεραν και για κάποιες πινακίδες με μια παράξενη γραφή, που ανακαλύφθηκαν στις αρχές του 20ου αιώνα, στην Κνωσό, και αργότερα στην Πύλο. Οι ειδικοί υπέθεταν ότι τα παράξενα αυτά σύμβολα, αποδίδουν κάποια γλώσσα προελληνική, με προέλευση σημιτική, ακόμα και ιλλυρική[1]! Όσο για τον Όμηρο, που ισχυριζόταν ότι οι ήρωες των επών του ήταν Έλληνες και μιλούσαν ελληνικά, δεν βαριέσαι! Ποιητής ήταν! Άλλωστε το Ομηρίδδειν, ήταν πάντοτε συνώνυμο με το ψεύδος! Κι όλα τούτα, μια δεκαετία μετά την αποκρυπτογράφηση της γραμμικής Β΄ από τον Ventris το 1952, και την διαπίστωση ότι η γραφή αυτή αποδίδει μια πρωτόγονη μορφή της ελληνικής γλώσσας. Ο ήχος ταξιδεύει πολύ αργά, και το καμπανολάλημα δεν είχε φτάσει ακόμα στ’ αυτιά όλων των Ελλήνων! Οι εξαιρέσεις, σαν τον μακαρίτη τον Κτιστόπουλο, ήταν ελάχιστες – κάποιοι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, και μερικοί μετρημένοι στα δάχτυλα ερασιτέχνες, σαν τον γράφοντα. Ωστόσο η ελληνικότητα του Μυκηναϊκού κόσμου είχε πλέον αποδειχθεί πέρα από κάθε αμφιβολία, εκτοπίζοντας έτσι τους προέλληνες κατά μερικές εκατοντάδες χρόνια – πριν από το 2000 π.Χ. – και προωθώντας ταυτόχρονα τα σύνορα της γραπτά μαρτυρημένης ελληνικής ιστορίας μέχρι τον 15ο αιώνα π.Χ.


Κατά γενική ομολογία, η συλλαβική γραφή είναι πολύ πρωτόγονη και ατελής για να αποδώσει με ακρίβεια την ελληνική γλώσσα. Μια γλώσσα επίπλαστη – ανακτορική – που οι ερευνητές υποθέτουν, ότι έχει μικρή σχέση με την λαϊκή λαλιά της εποχής. Η διαμάχη δημοτικιστών και καθαρευουσιάνων, δεν είναι τόσο καινούρια, όσο νομίζουμε! Υποθέτουν ακόμα, ότι πρόκειται για δάνειο, ενδεχομένως από τους Μινωίτες της Κρήτης, οι οποίοι ήδη από το 1900 π.Χ. είχαν αναπτύξει διαδοχικά δύο συστήματα γραφής: την εικονογραφική, και την γραμμική Α.[2] Αυτήν, την τελευταία, την παρέλαβαν οι Μυκηναίοι κατακτητές του νησιού περί τα μέσα του 15ου αιώνος, και μια τροποποιημένη μορφή της, την χρησιμοποίησαν για τις ανάγκες της δικής τους ανακτορικής γραφειοκρατίας. Τι γλώσσα απέδιδαν αυτές οι δύο μινωικές γραφές, δεν είναι βέβαιο. Οι απόψεις των ερευνητών, διίστανται, και τα επιχειρήματα τους είναι όλα πειστικά και ακαταμάχητα! Ωστόσο οι περισσότεροι απ’ αυτούς, συμφωνούν ότι πρόκειται για γλώσσα που καμία συγγένεια δεν έχει με την ελληνική, αν και τελευταία έχει διατυπωθεί η άποψη της κοινής ινδοευρωπαϊκής καταγωγής τους.[3] Ας συμφωνήσουμε μαζί τους, ελπίζοντας ότι αυτή την φορά τουλάχιστον, δεν θα τους διαψεύσει κάποιος «παρείσακτος ερασιτέχνης» σαν τον Ventris![4]

Ο περιορισμένος χώρος ενός άρθρου, δεν επιτρέπει να εξεταστούν διεξοδικά όλες οι αδυναμίες – παγίδες της συλλαβικής γραφής των Μυκηναίων. Συνοπτικά θα μπορούσαν να επισημανθούν μόνο οι πιο σημαντικές:

1) Η απουσία διάκρισης για τα υγρά σύμφωνα λ και ρ (πχ. a-ke-ro => άγγελος και a-ke-ra-te => αγείραντες).

2) Η χρήση κοινών συλλαβογραμμάτων για τους οδοντικούς, χειλικούς, και ουρανικούς φθόγγους (πχ. με το ίδιο συλλ/μα, το ka αποδίδονται οι ηχητικές αξίες κα, γα, και χα).

3) Η έλλειψη διάκρισης μεταξύ μακρών και βραχέων φωνηέντων (πχ. με το ίδιο συλλ/μα το ο αποδίδονται οι ηχητικές αξίες ο και ω).

4) Η παράλειψη σε μερικές περιπτώσεις του πρώτου συμφώνου από τα δύο συνεχόμενα (πχ. pe-ma => σπέρμα, ή a-ku-ro => άργυρος).[5]

Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο ερευνητής των σπαραγμάτων της Μυκηναϊκής γραφής, που γλίτωσαν από την φθορά του πανδαμάτορα χρόνου, είναι αναμφίβολα η έλλειψη ηχητικών επιβεβαιωτικών ντοκουμέντων. Οι λέξεις μοιάζουν με το διάσημο απολίθωμα του προϊστορικού Αρχαιοπτέρυγος. Γνωρίζουμε με κάθε λεπτομέρεια την μορφή του, αλλά για τον τρόπο ζωής, τις συνήθειές του, τον ήχο της φωνής του, μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε! Αναμφίβολα πανδαμάτωρ ο χρόνος! Αν προσπαθούσαμε τούτη την έκφραση να την αποδώσουμε στην γραμμική Β΄, θα γράφαμε: pa-da-ma-to ko-ro-no, και ένας υποτιθέμενος μελετητής, που μετά από τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια θα προσπαθούσε να την ερμηνεύσει αποκομμένη από τα συμφραζόμενα, και μη έχοντας την ηχητική εμπειρία της γλώσσας, θα μπορούσε να καταλήξει σε αναγνώσεις όπως: Πανδμάτωρ Κρόνος, ή – γιατί όχι; – παρασυρμένος από την εύκολη λύση της ονοματολαγνείας, *Πανδάμαντος (πατρωνυμικό, υποτίθεται προελληνικής προέλευσης, γεν. εν. του *Πανδάμας) Κόρωνος (όνομα γνωστό από την μυθολογία)!... Το πρόβλημα εστιάζεται στο πότε πρέπει να διαβάσουμε «πανδαμάτωρ», «πανδμάτωρ» (πανδμήτωρ), «*Πανδάμαντος», πότε «χρόνος», «Κρόνος», «Κόρωνος», «κλώνος» κλπ. Η κάθε λέξη, αποκομμένη από το περικείμενο, αλλά και από το σύνολο των υπόλοιπων που διασώθηκαν, μπορεί να έχει πολλές, εκ πρώτης όψεως, δόκιμες αναγνώσεις. Αυτή είναι η μία παγίδα!

Η άλλη, η πιο σπάνια, αλλά και η πιο επικίνδυνη ίσως, οφείλεται στις εσφαλμένες αναπαραγωγές που κατά καιρούς έγιναν από αυθεντίες του χώρου, και οι μεταγενέστεροι ερευνητές τις ασπάζονται και τις αναπαράγουν. Ένα χτυπητό παράδειγμα του φαινομένου αυτού – που απ’ όσο γνωρίζω δεν έχει επισημανθεί μέχρι σήμερα – αφορά την περίφημη πινακίδα KN As 1516 ευρύτερα γνωστή στους κύκλους των Μυκηνολόγων με τις πρώτες λέξεις της, σύμφωνα με την γενικά αποδεκτή μεταγραφή της, ως ko-no-si-ja ra-wa-ke-ja[6]. Πρόκειται για έναν κατάλογο κατανομής ανδρών σε διάφορες εργασίες, και ένας από αυτούς ονόματι [da]-a-nu-wi-ko[7] αποστέλλεται στην προαναφερθείσα θέση μαζί με άλλους τριάντα. Για την πρώτη λέξη, Κνωσία, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι πρόκειται για τον προσδιορισμό

του τόπου της επίμαχης ra-wa-ke-ja, η οποία σύμφωνα με την ανάγνωση, είναι παράγωγο της λέξης ra-wo => λαFός => λαός, με την έννοια στρατός. Κατά συνέπεια πρόκειται για κάποιο στρατόπεδο στην ευρύτερη περιοχή της Κνωσού. Όλα δένουν υπέροχα! Ωστόσο σε μια άλλη σχεδιαστική αναπαραγωγή της πινακίδας, στην θέση του ra βλέπουμε ολοκάθαρα το συλλαβόγραμμα ki, οπότε προκύπτει η ανάγνωση ki-wa-ke-ja.[8] Η λέξη δεν είναι αδόκιμη, όπως φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Ενδεχομένως να είναι σύνθετη από το ki-wa => «κίββα· πήρα. Αιτωλοί». (Ησύχιος) Ιωνικά, κίββη => κιβώτιο, και από το ke-ja => κεία => «τα προς καθαρμόν εις θυσίαν προσφερομένων και έπειτα απορριπτομένων». (Βυζάντιος). Δηλαδή οι συγκεκριμένοι άνδρες τοποθετούνται για να προσφέρουν υπηρεσία στα κιβώτια όπου θα συλλεχθούν τα υπόλοιπα των θυμάτων, μετά από τις θυσίες που προφανώς επρόκειτο να πραγματοποιηθούν με αφορμή κάποια εορταστική εκδήλωση στην Κνωσό, ή ενδεχομένως για την αποτροπή κάποιας επερχόμενης καταστροφής.[9]

Η προσφυγή στην φωτογραφική αναπαραγωγή της πινακίδας, είναι ελάχιστα διαφωτιστική! Στο σημείο του επίμαχου συλλαβογράμματος το κείμενο είναι εντελώς κατεστραμμένο, με αποτέλεσμα η ανάγνωσή του να είναι αδύνατη. Προφανώς έχουμε μπροστά μας δύο διαφορετικές συμπληρώσεις του ελλείποντος συλλαβογράμματος, και η δεύτερη εκδοχή επικράτησε ως αναμφισβήτητα ορθή, ενώ το σωστότερο θα ήταν, στις μεταγραφές να τονίζεται το αβέβαιο της ανάγνωσης βάζοντας το ki ή το ra εντός αγκύλης. Αυτό θα προστάτευε πολλούς ερευνητές από ενδεχόμενες διατυπώσεις εσφαλμένων πορισμάτων, σχετικά με την δομή της κοινωνίας της αχαιοκρατούμενης Κρήτης, βασιζόμενοι στην ανάγνωση της μιας ή της άλλης

εκδοχής! Είναι εντελώς διαφορετικό να αποστέλλονται τριανταένα άτομα σ’ ένα στρατόπεδο, που όπως φανερώνει η λέξη, πιθανότατα βρίσκεται κάτω από την άμεση εποπτεία του ra-wa-ke-ta,[10] και άλλο σ’ έναν «σκουπιδότοπο»! Και πάντα θα υπάρχει η πιθανότητα μιας τρίτης συμπλήρωσης του αμφισβητούμενου συλλαβογράμματος, που θα δίνει στο κείμενο εντελώς διαφορετικό νόημα. Το γεγονός είναι ότι το γενικότερο «πνεύμα» της πινακίδας είναι ψυχρά διαχειριστικό, και δεν αποπνέει τίποτα το δραματικό, όπως συμβαίνει με την περιβόητη πινακίδα Tn 316, και με μερικές άλλες από την σειρά An[11] της Πύλου.

Ένα και μόνο συλλαβόγραμμα αλλάζει εντελώς το νόημα. Ωστόσο κανείς μέχρι σήμερα δεν το εντόπισε, παρότι οι δύο αντικρουόμενες σχεδιαστικές αναπαραγωγές, συνυπάρχουν για δεκαετίες! Το γεγονός αυτό οφείλεται, στο ότι όλοι οι ερευνητές δουλεύουν με βάση τις μεταγραφές που επιμελήθηκαν μερικοί διακεκριμένοι επιστήμονες του εξωτερικού σαν τους Chadwick, Bennett, Melena, Olivier κλπ. Το έργο τους είναι γιγάντιο, αλλά όπως όλα τα έργα των ανθρώπων, δεν διεκδικεί το αλάθητο. Μια στιγμιαία διαφορετική εκτίμηση, μέσα στο συνονθύλευμα των ρωγμών, που προκλήθηκαν στις πινακίδες από τις υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύχθηκαν κατά την διάρκεια της ανεξέλεγκτης πυρκαγιάς που κατέστρεψε τα ανάκτορα, είναι αρκετή για να οδηγήσει τους ερευνητές σε λάθος ανάγνωση ενός συλλαβογράμματος, και το λάθος αυτό να οδηγήσει την έρευνα σε παραπλανητικά συμπεράσματα, των οποίων οι συνέπειες άλλοτε είναι ασήμαντες, κι άλλοτε καθοριστικές. Μια λάθος εκτίμηση – γεγονός αναμενόμενο και διόλου επιλήψιμο στην έρευνα – αν εκφραστεί από κάποιο «ιερό τέρας», σαν τον Evans για παράδειγμα, που το πόρισμά του για την μη ελληνικότητα της γραμμικής Β ενήργησε σαν τροχοπέδη για δεκαετίες – ποιος θα μπορούσε να εναντιωθεί στις απόψεις του αβρόχοις ποσί![12] – μετατρέπεται αυτόματα σε δόγμα και επιστημονικό θέσφατο! Το τελευταίο αυτό, αν και αναμενόμενο δυστυχώς, είναι εγκληματικό. Όλοι έχουν δικαίωμα στο λάθος, κι όπως συνήθιζε να λέει ο Μακρυγιάννης: «Μεγάλοι άνθρωποι μεγάλα λάθη, μικροί άνθρωποι, μικρά». Έχοντας κατά νουν αυτή την απλή αλήθεια, πάντα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί, και την επιφύλαξή μας αυτή να την εκφράζουμε σε κάθε ευκαιρία. Μόνο έτσι προστατεύουμε τον εαυτό μας, αλλά και τους άλλους, από τις παγίδες που μπορεί να κρύβει ή έρευνα, των ούτως ή άλλως φτωχών γραπτών τεκμηρίων της Μυκηναϊκής εποχής.

Ο δρόμος της έρευνας της Μυκηναϊκής γραφής είναι διάσπαρτος από παρόμοια ναρκοπέδια, και κατά την άποψή μου, μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι που συνεπάγεται η ύπαρξή τους: Η απομνημόνευση των συλλαβογραμμάτων, και η ανάγνωση των ίδιων των πινακίδων, έστω και μέσω των σχεδιαστικών αναπαραγωγών τους. Μια απόφαση είναι! Και στο κάτω – κάτω, η χωρητικότητα του εγκεφάλου των Μυκηναίων γραφέων δεν ήταν μεγαλύτερη από την δική μας! Ο συλλαβισμός με την βοήθεια της «σχάρας», δεν είναι λύση.



ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΜΦΙΛΕΓΟΜΕΝΩΝ ΕΡΜΗΝΕΙΩΝ


Μερικές αράδες πιο πάνω επεσήμανα την αδυναμία της συλλαβικής γραφής να αποδώσει ικανοποιητικά την ελληνική γλώσσα, και τον κίνδυνο να μας οδηγήσει σε εσφαλμένες αναγνώσεις. Θα ισχυριστεί κάποιος, ότι δεν είναι τρομερό αν κάποιο ανθρωπωνύμιο, πχ. το da-a-nu-wi-ko που προαναφέραμε, είναι στη πραγματικότητα a-nu-wi-ko ή το αντίστροφο, δεδομένου ότι πρόκειται μάλλον για εξελληνισμένο δάνειο από το προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα του νησιού. Εν μέρει θα συμφωνήσω! Δεδομένου όμως, ότι πάνω από το 60% των λέξεων που διασώθηκαν είναι ανθρωπωνύμια, και μέσω αυτών προσπαθούμε να ανιχνεύσουμε τις λέξεις – ρίζες από τις οποίες προήλθαν, το γεγονός δεν είναι τόσο ανώδυνο, όσο φαίνεται αρχικά. Η ελληνική γλώσσα, με μια συνεχή παρουσία που υπολογίζεται για περισσότερο από 35 αιώνες, είναι φυσικό να παρουσιάζει πολλές ιδιομορφίες. Ήδη την ύστερη εποχή του χαλκού, πρέπει να μετρούσε τουλάχιστον άλλους τόσους, από την στιγμή που διαφοροποιήθηκε από την εικαζόμενη ινδοευρωπαϊκή πρωτογλώσσα.[13] Αν συγκρίνουμε τους ρυθμούς της ιστορικής της εξέλιξης, από την Μυκηναϊκή γλώσσα στην κλασική, από την κοινή ελληνιστική στην δημώδη μεσαιωνική, και την σημερινή καθομιλουμένη, μπορούμε να συμπεράνουμε με κάποια σχετική ασφάλεια, ότι η γραμμική Β αποδίδει μια εξελιγμένη γλώσσα, η οποία είχε από καιρό αναπτύξει σχεδόν όλους τους κανόνες που σε γενικές γραμμές ισχύουν μέχρι σήμερα. Μελετώντας τα κείμενα των πινακίδων πρέπει διαρκώς να έχουμε τον νου μας σε τούτη την απλή αλήθεια, και να προσπαθούμε ν’ ανακαλύψουμε αυτούς του κανόνες ανάμεσα στα δύσκαμπτα σύμβολα της συλλαβικής γραφής.

Για παράδειγμα, ας ασχοληθούμε με το φαινόμενο της συλλαβικής σίγησης. Στην πιν. KN Uc 160v, συναντούμε την λ. a-pi-po-re-we => αμφιφορέες => Ιωνικά, αμφιφορήες και στον Όμηρο «...οίνον εν αμφιφορεύσι...» [β΄ 290]. Πρόκειται για τα αγγεία που σήμερα, κατόπιν σίγησης της συλλαβής "φι", επικράτησε να αποκαλούμε «αμφορείς». Την λέξη αυτή a-po-re-we, [αμφορέε, στον δυϊκό] την διαβάζουμε και στις πιν. PY Tn 996 και MY Ue 611. Μερικές λέξεις εμφανίζουν απίστευτη αντοχή στον χρόνο! Στην Κνωσό όμως στην πιν. KΝ V 337, συναντούμε την απλογραφία a-pi-re-we, όπου το «φι» εμφανίζεται να επικρατεί του «φο», με αποτέλεσμα την ανάγνωση «αμφιρέε[ς]». Η περίπτωση αυτή, θα πρέπει με βεβαιότητα να αποδοθεί σε λάθος του γραφέα. Κάνοντας ένα βήμα ακόμα, συναντούμε την λ. e-we-pe-se-so-me-na [MY Oe 127]. Εδώ τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα!... Η πιν. αναφέρεται σε «pa-we-a e-we-pe-se-so-me-na LANA 20», δηλαδή πρόκειται για μια λέξη που χαρακτηρίζει πέπλα ή επανωφόρια. Αν προσπαθήσουμε να την διαβάσουμε κατά «γράμμα», εFεψησόμενα, δεν βγαίνει κανένα νόημα. Αν όμως υποθέσουμε ότι η λ. είναι απλογραφία που προέκυψε ύστερα από σίγηση της συλλαβής "pi", δηλ. e-[pi]-we-pe-se-so-me-na => e-we-pe-se-so-me-na, η ανάγνωση είναι επι[Fε]ψησόμενα => επεψησόμενα, σύνθετη από το πρόθεμα επί + την μετοχή αορ. του ρ. ψήω (ψάω) = ξαίνω, τρίβω, λειαίνω (πρβλ. με λ. παλίμψηστα). Δηλαδή πρόκειται για φάρεα από 20 μονάδες βάρους[14] μαλλί ξαναξασμένο. Με την ίδια λογική διαδικασία η λ. e-wi-su-zo-ko, που απαντάται στις Κνωσιακές πιν. Se 965 και 1007, διαβάζεται επισόζυγος ή επισύζυγος (ποια από τις δύο αναγνώσεις είναι κατά την άποψή μου πιο δόκιμη, δεν είναι του παρόντος).

Τέτοια παραδείγματα συλλαβικής σίγησης στην Μυκηναϊκή υπάρχουν πολλά, όπως άλλωστε και σε όλα τα στάδια της Ελληνικής γλώσσας, και παρατηρούμε ότι κατά κανόνα, σε σίγηση υπόκειται η συλλαβή [ή το σύμφωνο, στην αλφαβητική γραφή] που προηγείται. Πρβλ. a-ko-mo-ni-jo (Μυκην.) = Ακμόνιον (αρχ.) => αμόνιον (μεσαιων.) => αμόνι (Ν. Ελλ.), και αμφιβολία => (μεσαιων.) *αθιβολία => αθιβολή => αθιολή. Στο τελευταίο παράδειγμα, εκτός από το φαινόμενο της σίγησης, εντοπίζουμε ακόμα ένα χαρακτηριστικό της Ελληνικής γλώσσας: την ανομοιωτική τροπή, στην συγκεκριμένη περίπτωση του «φ» σε «θ». Στην πιν. PY Es 650 απαντάται ο τ. a-te-mi-to => Αρτέμιτος, αντί του αναμενόμενου Αρτέμιδος (a-te-mi-do), και στην PY Un 219 a-ti-mi-te => Αρτίμιτει, αντί Αρτέμιδει (a-te-mi-de). Τον τύπο αυτόν «Αρtέμιτι Ορθωσίαι», τον συναντούμε μια χιλιετία αργότερα σε επιγραφή στην Τήνο, αφιέρωμα των Ροδίων[15]. Τα παραδείγματα είναι πολλά και δεν χρειάζεται να επιμείνουμε άλλο. Το συμπέρασμα είναι ότι όποτε έχουμε μπροστά μας μια λ. της Μυκηναϊκής που οπτικά μας προβληματίζει στην ανάγνωση, πρέπει να έχουμε υπόψη τα φαινόμενα αυτά, και η αναζήτησή μας να σταματάει μόνο όταν το αποτέλεσμα μπορεί να διασταυρωθεί αβίαστα με άλλες Ελληνικές λέξεις (χωρίς αυτό να αποτελεί τον κανόνα), και ως προς την ηχητική αρχιτεκτονική του, να ηχεί δόκιμα στα αυτιά μας (κριτήριο που και αυτό δεν είναι απόλυτο). Τα κριτήρια και τα συμπεράσματα, είναι καθαρά υποκειμενικά, αλλά δυστυχώς οι επιλογές μας είναι ελάχιστες! Σε μια τέτοια έρευνα έχει περισσότερη σημασία η γλωσσική διαίσθηση, παρά η γνώση.


ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ

Με βάση τις παραπάνω επισημάνσεις, ας αποπειραθούμε μια σύντομη περιπλάνηση σε κάποιες λέξεις της Μυκηναϊκής, για τις οποίες προτείνω μιαν άλλη ηχητική και εννοιολογική προσέγγιση.

Στο λεξικό του Jorro καταχωρούνται κατά σειρά τρεις λ.: «pe-re-ko», «pe-re-ku-ta», και «pe-re-ku-wa-na-ka». Η πρώτη απαντάται ως ανθρωπωνύμιο στην πιν. KN Ag 88, και στο σπάραγμα Xe 544. Δύο από τις αναγνώσεις που προτείνονται από τους ερευνητές είναι το «*Πρέσγων», από το πρέσβυς => πρέσγυς του Ησύχιου, και το «*Πέλεκος», από το πέλεκυς. Εκ πρώτης όψεως, οι αναγνώσεις φαίνονται δόκιμες. Ωστόσο η μαρτυρημένη στην πιν. PY Tn 316v λέξη: pe-re-*82 => pe-re-swa, μοιάζει να αντικρούει την «ερμηνεία», και να συνηγορεί υπέρ της χρησιμοποίησης ενός από τα ανερμήνευτα συλλαβογράμματα με ηχητική αξία «swo», στην θέση του «ko». Άλλωστε, αν βασιστούμε στις μαρτυρίες των λεξικογράφων, θα παρατηρήσουμε ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που τα συλλαβογράμματα της σειράς «w» αποδίδουν και την ηχητική αξία του «γ», αντί του μη προφερόμενου δίγαμμα: wi-so-wo => Fί-σον => γισγόν (Ησύχ.), wo-no => Fοίνος => γοίνος (Ησύχ), wa-na-ka => Fάναξ => γουάναξ (Βυζάντιος, εισαγωγή) κλπ. Ακόμα και σήμερα, το μαρτυρημένο στην πιν. PY An 610 τοπωνύμιο e-wi-ri-po (που με αιολικό φωνηεντισμό προφέρεται Εύριπος) πολλοί Ευβοείς το αποκαλούν Έγριπος[16]. Όσο για την λ. pe-re-ko, είναι πολύ πιθανό να πρόκειται για το μαρτυρημένο από τους κλασικούς ανθρωπωνύμιο Φλέγων (Βυζάντιος).

Στην δεύτερη περίπτωση απαντάται σε κατάλογο ανδρών το ανθρωπωνύμιο pe-re-ku-ta (PY An 172). Οι ερευνητές, σχεδόν ομόφωνα προτείνουν την ανάγνωση: "*Πρεσγύτας" => Πρεσβύτας, και μόνο ο Πάλμερ σημειώνει ότι ο αναμενόμενος τύπος θα ήταν pe-re-*82-ta, χωρίς να προχωρήσει παραπέρα. Το ορθότερο, ίσως θα ήταν να επισημανθεί ότι θα ήταν αναμενόμενο στην θέση του"ku" να χρησιμοποιηθεί κάποιο από τα ανερμήνευτα συλλαβογράμματα με ηχητική αξία "swu". Η αποκρυπτογράφηση του συλλαβογράμματος *82 => swa ή sa2 [17] καθιστά την ανάγνωση του "ku" ως "σγυ" => "σβυ", αδόκιμη. Κατά συνέπεια, παρακάμπτοντας τον συμφυρμό του "pe-re" => "πρε" και δίνοντας στο "pe" την ηχητική αξία «φε», η ανάγνωση των τριών πρώτων συλλαβών είναι «φερεκυ...», απομένει να αποδοθεί ηχητικά μόνο η κατάληξη «ta» => «φερεκύτα[ς]». Στο σημείο αυτό πρέπει να προστρέξουμε στην ανομοιωτική τροπή που επισημάναμε στην λ. a-te-mi-to => Αρτέμιτος => Αρτέμιδος, οπότε, με πολλές πιθανότητες, διαβάζουμε το γνωστό από την ιστορία ανθρωπωνύμιο Φερεκύτας => Φερεκύδας => Φερεκύδης. Οι ενδεχόμενες αντιρρήσεις για το αν το όνομα είναι Ελληνικό, επειδή ο φερώνυμος φιλόσοφος είχε Συριακή καταγωγή, είναι αστήριχτες, δεδομένου ότι αναφέρεται και έτερος Φερεκύδης Αθηναίος ιστορικός του 5ου π.Χ αι. που καταγόταν από την Λέρο, και ίσως και τρίτος που έζησε στα Ελληνιστικά χρόνια. Εξάλλου, η ετυμολογία της λέξης είναι προφανέστατη: ο φέρων κύδος [δόξα, φήμη].

Η τρίτη λέξη, είναι το ζητούμενο! Στην πιν. PY Va 15v, κάτω από το a-mo-i-je-to διαβάζουμε: «pe-re-ku-wa-na-ka pu-ro e-ti-wa-o *35-ka-te-re». Η συντριπτική πλειοψηφία των ερευνητών προτείνει τις αναγνώσεις «*Πρεσγυάναξ» ή «*Πελεκυάναξ». Με βάση όσα υποστηρίχθηκαν στις δύο προηγούμενες λέξεις, η πρώτη ανάγνωση πρέπει να απορριφθεί χωρίς περαιτέρω συζήτηση. Απομένει η δεύτερη. Από την Μινωική εποχή, ο πέλεκυς ήταν ιερό σύμβολο εξουσίας και δύναμης. Δεν θα ήταν παράδοξο κάποιος φιλόδοξος πατέρας να έδινε στο παιδί του ένα τέτοιο όνομα: «Αυτός που είναι ο πέλεκυς (η δύναμη της εξουσίας) του Άνακτος». Ωστόσο, διαισθητικά περισσότερο, η ανάγνωση αυτή δεν κρίνεται απόλυτα ικανοποιητική! Ενδεχομένως η λύση του προβλήματος να βρίσκεται στο φαινόμενο της συλλαβικής σίγησης, για το οποίο κάναμε λόγο παραπάνω. Αν δεχθούμε ότι ανάμεσα στα συνθετικά της λ. «pe-re-ku» και «wa-na-ka», παρεμβάλλεται μια ακόμα συλλαβή η οποία υποχώρησε έναντι του «wa», τότε σίγουρα θα προκύψει μια τρίτη ανάγνωση. Όμως ποια μπορεί να είναι αυτή; Στο σημείο αυτό πρέπει να προτείνουμε και μια ακόμα παραδοχή: η λέξη δεν αποτελείται από δύο, αλλά από τρία συνθετικά: «pe-re» + «ku-[*] με το ελλείπον συλλαβόγραμμα» + «wa-na-ka». Αν συμπληρώσουμε το ελλείπον συλλαβόγραμμα με το «ta» τότε καταλήγουμε στην ανάγνωση: «pe-re-ku-[ta]», οπότε προφανώς η πλήρης ανάγνωση της λέξης θα είναι: pe-re-ku-[ta-]wa-na-ka, και ο υποχωρητικός τύπος ύστερα από σίγηση της συλλαβής «ta», [βλ. e-we-pe-se-so-me-na και e-wi-su-zo-ko]: pe-re-ku-wa-na-ka => *Φερεκυ[δ]άναξ => «ο φέρων κύδος στον Άνακτα» ή «ο φέρων το κύδος του Άνακτος».

Ελπίζω οι προτάσεις αυτές να είναι ένα ακόμα σκαλοπάτι στην προσπάθεια για την κατανόηση της Μυκηναϊκής γραφής, πάνω στο οποίο θα πατήσουν οι ερευνητές για να προτείνουν άλλες πιο δόκιμες αναγνώσεις.


Ευχαριστώ τον Χαράλαμπο Ε. Μαραβέλια για την πολύτιμη βοήθειά του, και ειδικότερα τον Βαγγέλη Πανταζή για τις παρατηρήσεις του, και τον πολύτιμο χρόνο που τόσο απλόχερα μου διέθεσε.


Βιβλιογραφία.

1) F. A. Jorro, Diccionario mikeniko. [Madrid 1993]

2) Emmett L. Bennett JR, The Pylos tablets. [Princeton university press 1955]

3) J. L. Melena – J. P. Olivier, TITHEMY

4) J. T. Hooker, Εισαγωγή στην γραμμική Β. [ΜΙΕΤ 1996 – Μεταφρ. Ε. Χ. Μαραβέλιας]

5) G. Owens, Λαβύρινθος: Γραφές και γλώσσες της μινωικής και μυκηναϊκής Κρήτης. [Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας 2007, Μετάφρ. Κάλλια Νικολιδάκη]

6) M. S. Ruiperez – J. L. Melena, Οι Μυκηναίοι Έλληνες. [Καρδαμίτσας 1996 – Μεταφρ. Μελ. Παναγιωτίδου]

7) A. Robinson, Ο Άνθρωπος που αποκρυπτογράφησε τη γραμμική Β. [Πατάκης 2004 – Μετάφρ. Ιωάννης Ν. Αρβανίτης]

8) Ησυχίου Αλεξανδρέως, Λεξικόν. [Γεωργιάδης 2005]

9) Σκαρλάτου Δ. του Βυζαντίου, Λεξικόν της Ελληνικής γλώσσης. [Ανδρ. Κορομηλάς 1852]

10) «Δομή», Ιστορία των Ελλήνων. Τόμος Α. [Κεφ. Μυκηναϊκή κοινωνία & Μυκηναϊκή γραφή – Γλώσσα, Ι. Προμπονάς].

11) Εγκυκλοπαίδεια, Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάνικα. [2006]

12) Ομήρου Ιλιάς. [Ζαχαρόπουλος]

13) Ομήρου, Οδύσσεια. [Ζαχαρόπουλος]

14) Βιτζέντζος Κορνάρος, Ερωτόκριτος. [Αστήρ 1968]

15) Paul Graindor, Οι ανασκαφές της Τήνου το 1905. [Ερίννη 2000 – Μετάφρ. Αμαλία Κονταξή]


Σημειώσεις.

[1] Ο Βούλγαρος Georgiev, ο οποίος υποστήριζε ότι την γραμμική Α και Β, την χρησιμοποιούσαν Θρακοϊλλυριοί, δημιουργοί του κρητομυκηναϊκού πολιτισμού! Προς τιμήν του είχε το θάρρος, μετά την αποκρυπτογράφηση της γραμμικής Β΄, να αποκηρύξει αυτές τις απόψεις, και να εξελιχθεί σε έναν από τους κορυφαίους ερευνητές της.

[2] Hooker σ.36 κκ.

[3] Owens σ. 308

[4] Βέβαια δεν αναφέρομαι στα λεγόμενα «ψώνια»!

[5] Αναλυτικά βλ. Hooker σ.97 κκ.

[6] Βλ. λεξικό Jorro

[7] Η λ. στο λεξικό του Jorro καταχωρείται ως a-nu-wi-ko, το ίδιο και στο Corpus των Chadwick κλπ. Ωστόσο στην πρώτη σχεδιαστική αναπαραγωγή της πιν. [«Δομή» Τόμος Α, σ. 554, και Τ. Σάλη – Αξιώτη σ. 42] η ανάγνωση da-a-nu-wi-ko είναι αναμφισβήτητη.

[8] Όπως και να χει το πράγμα, η περίπτωση πρέπει να ερευνηθεί και να γίνουν οι πρέπουσες διορθώσεις. Επιπλέον οφείλω να διευκρινίσω, ότι η ερμηνεία της λ. που προτείνω παρακάτω, σίγουρα δεν είναι η μοναδική, ούτε ενδεχομένως η πιο δόκιμη.

[9] Ανάλογη σκηνή μας περιγράφει ο Όμηρος στο Τ 250 κκ της Ιλιάδας, μόνο που εκεί, επειδή οι θύτες βρίσκονται σε εκστρατεία και προφανώς δεν υπήρχε ανάλογη εγκατάσταση, τα απορρίμματα της θυσίας πετιούνται στην θάλασσα προς «βόσιν ιχθύσιν».

[10] ΛαFαγέτας => Λαηγέτης, αρχηγός του στρατού.

[11] Πρόκειται για μια ομάδα πινακίδων όπου καταγράφονται εντολές για την μετακίνηση ανδρών, πρός επάνδρωση παράκτιων φυλακίων.

[12] Ο Robinson [σ. 14] αναφέρει χαρακτηριστικά το πάθημα του διευθυντή της εν Αθήναις Βρετανικής σχολής Alan J. B. Wase. που το 1923 τόλμησε να εναντιωθεί στην αυθεντία του Evans. Υποχρεώθηκε σε παραίτηση, και του απαγορεύτηκε για πολλά χρόνια κάθε ανασκαφική δραστηριότητα στην Ελλάδα! Ακόμα και αυτός ο Ventris, προφανώς επηρεασμένος από το «δόγμα evans», δέκα ολόκληρα χρόνια μετά τον θάνατό του, δυσκολεύτηκε να παραδεχθεί το γεγονός ότι οι πινακίδες της γραμμικής Β «μιλούσαν ελληνικά»!

[13] Owens σ. 308.

[14] Η μονάδα βάρους του μαλλιού ισούται με περίπου 3 kgr. Βλ. Ruiperez & Melena σ. 88.

[15] Graindor σ. 42.

[16] Βλ. και Β. Κορνάρο Β 203.

[17] Για την ανάγνωση «twa» που προτείνεται από τους Ruiperez & Melena σ. 119, διατηρώ πολλές επιφυλάξεις.